- σαμπρέλα
- η(λ. γαλλ.), αεροθάλαμος τροχού: Τρύπησε η σαμπρέλα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σαμπρέλα — η, Ν 1. δακτυλιοειδής ελαστικός σωλήνας που γεμίζεται με αέρα υπό πίεση και τοποθετείται μεταξύ τού σώτρου ή ζάντας και τού ελαστικού τών τροχών διαφόρων οχημάτων, λ. χ, αυτοκινήτων, ποδηλάτων, ελκυστήρων, ο αεροθάλαμος 2. σφαιρικός θάλαμος… … Dictionary of Greek
αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… … Dictionary of Greek
Μισελέν, Εντουάρ — (Edouard Michelin, Κλερμόν Φεράν 1859 – Ορσίν, Πυΐ ντε Ντομ 1940). Γάλλος επιχειρηματίας. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Το 1889 ίδρυσε, μαζί με τον αδελφό του Αντρέ Μισελέν (Andre Michelin, 1853 – 1931), την εταιρία… … Dictionary of Greek
αεροθάλαμος — ο 1. ο μικρός ή μεγάλος θάλαμος που περιέχει αέρα. 2. το εσωτερικό από καουτσούκ στεφάνι των τροχών του αυτοκινήτου, η σαμπρέλα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)